Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

summertime illusion

του Γιάννη Αθανασιάδη

 

Ο αφηγητής στάθηκε στην πάνω πλευρά της πλατείας, ενώ τα γκρίζα χρώματα της καταιγίδας έκαναν το έρημο τοπίο πιο θλιβερό από ότι ήταν (αν μπορούσε να το φανταστεί κανείς πιο θλιβερό).
Οι δρόμοι γύρω από την πλατεία είχαν γίνει χείμαρροι και οι δυο τεχνητές λιμνούλες της, ξεχείλισαν και άπλωσαν τα νερά τους ανάμεσα στα πεσμένα τραπεζάκια και τις καρέκλες του cafe Γαλαξίας.
Κάτω από τους θάμνους κείτονταν νεκροί και οι εφτά κύκνοι με μικρές στάλες αίμα στο λευκό τους φτέρωμα.
Απόλυτη δυστοπία!
Τι γυρεύω εγώ εδώ; αναρωτήθηκε ο αφηγητής και έστρεψε το βλέμμα του προς το cine Σπόρτινκ.
Τότε την είδε!
Ντυμένη με ένα λευκό καλοκαιρινό χιτώνα, σανδάλια και μια λευκή κορδέλα στα βρεμένα της μαλλιά.
Η Janis Joplin τον πλησίασε τρέμοντας κι αυτός έσπευσε να την πάρει προστατευτικά στην αγκαλιά του.
Περπάτησαν έτσι αγκαλιασμένοι μέχρι το Μοναστηράκι. Ήξερε ότι εκεί έπρεπε να χωρίσουν.
Του χάρισε ένα τελευταίο φιλί, συνεχίζοντας μόνη της στην άδεια οδό Ηφαίστου και απαστράπτουσα αναλήφθηκε, ενώ στον ουρανό της Ακρόπολης ακουγόταν η θεϊκή φωνή της να τραγουδά το summertime.
Η καταιγίδα είχε περάσει...
trip 1978

Οι μέρες που θέλω να μη τις ... ζω!

του Γιάννη Αθανασιάδη
 

Υπάρχουν κάποιες μέρες που αισθάνομαι σαν να μη θέλω να τις ζήσω.

Είναι αυτές οι μέρες που ξυπνώ και είμαι φορτωμένος με τον φόνο μικρών παιδιών.
Με τους βιασμούς και τους εξευτελισμούς γυναικών. Με τον θανάσιμο τρόμο στα μάτια εκατομμυρίων αδυνάτων συνανθρώπων μου.
Με τα απλωμένα χέρια εκατομμυρίων πεινασμένων.
Με τους θρήνους πατεράδων και μανάδων μπροστά στα πτώματα των αγαπημένων τους σε κάποιες βομβαρδισμένες πατρίδες.

Είναι αυτές οι μέρες που κυκλοφορώ με μια θηλιά στον λαιμό και ματωμένα χέρια.

Είναι οι μέρες που θέλω να μη τις ... ζω!


Στα χαλάσματα των "παλαιών"

του Γιάννη Αθανασιάδη
 

Στα άγρια και δυσπρόσιτα υψίπεδα.
Στα χαλάσματα των "παλαιών". 
Εκεί που ο καπιταλισμός δεν έχει να αρπάξει κάτι, εκεί!

Εκεί να πάρω τα αδέρφια μου να φτιάξουμε ανθρώπους που τον τόπο τους θεό τους τον ορίζουν.

Με σεβασμό, με μόχθο και αγάπη να τον περιποιούνται κι Αυτός να τους χαρίζει το Είναι του, την τροφή και την συνέχεια, την Ζωή!

Ο άνεμος κι ο ουρανός, το χώμα κι οι νερόλακκοι, θα ναι η εκκλησία, οι ψαλμοί, και η ιερή μετάληψη.




Αλληλέγγυες κοινότητες ανθρώπων - φύσης.

του Γιάννη Αθανασιάδη
 

Η άμεση σχέση με τον τόπο και η κατανόηση της αλληλεξάρτησης φύσης και ανθρώπου, διδάσκει αυτά που καμιά θρησκεία ή φιλοσοφική πραγματεία δεν θα σου προσφέρει.
Εκεί η "αγάπη" και η "αλληλεγγύη" παύουν να είναι υποκειμενικά συναισθήματα.
Εκεί η "αγάπη" και η "αλληλεγγύη" αποτελούν την γενεσιουργό αιτία της ύπαρξης μας.
Αυτή είναι η αναγκαία και ικανή συνθήκη που μπορεί να αποτελέσει την βάση για το χτίσιμο μιας θαυμαστής και λειτουργικής κοινοτικής αυτονόμησης με την ύψιστη συνειδητοποίηση ότι, δεν φτιάχτηκε το σύμπαν για εμάς.

Θα 'μαι η ανελέητη οργή ενός προδομένου λαού.

του Γιάννη Αθανασιάδη
 

Πιάσε την απελπισία αδερφέ μου και ξέσκισε την.
Με τα νύχια σου, με τα δόντια σου, και με τις θηριώδεις σου κραυγές!
Φώναξε να ακουστεί μέχρι τα υπόγεια του κοινοβουλίου:
Κουφάλες δεν θα σας κάνω την χάρη!
Θα είμαι εκεί μαζί με τον λαό όταν θα σας "κρεμάμε".
Μέχρι τότε θα σας πολεμώ με όση δύναμη ακόμα κουβαλώ στο τσακισμένο μου σαρκίο.
Σε κάθε γκισέ της εφορίας, σε κάθε Ειρηνοδικείο, σε κάθε σπίτι που λουφάζετε τις δοσιλογικές ψυχές σας.
Θα 'μαι η καταραμένη σκιά σας, θα 'μαι ο εφιάλτης στα άθλια όνειρά σας, θα 'μαι η Νέμεση της ιερόσυλης εθνοπροδοσίας σας.
Θα 'μαι η ανελέητη οργή ενός προδομένου λαού
.

"Ως την άκρη του δρόμου"

του Γιάννη Αθανασιάδη

 26/07/2016


"Ως την άκρη του δρόμου", μονολόγησε στρέφοντας ικετευτικά το βλέμμα του προς τον ήλιο.
Δισεκατομμύρια φωτόνια συνέπρατταν μεθοδικά στην δημιουργία αυτής της διακεκαυμένης ζώνης που λεγόταν οδός Σολωνος.
Κοντοστάθηκε ακουμπώντας σε κάτι γκρίζο που θα μπορούσε να λέγεται νεραντζιά, την ώρα που δίπλα του μέσα από τα παντζούρια του ημιυπόγειου ακούγονταν φωνές και θόρυβοι. Κάποιος διαπληκτιζόταν με κάποια που αποκαλούσε σκύλα, ενώ αυτή αμυνόταν με βλαστήμιες και άναρθρες κραυγές.
Πήρε μια βαθειά ανάσα πυρωμένης αιθαλομίχλης και συνέχισε.
"Ως την άκρη του δρόμου".
Μόλις πριν από λίγο, είχε μάθει ότι το σπίτι του δεν του ανήκε πια και ένιωσε τον λαιμό του να στενεύει και τα πνευμόνια του να αδυνατούν να του προσφέρουν το απαραίτητο οξυγόνο.
Πετάχτηκε απερίσκεπτα έξω στον δρόμο μετά από δέκα μέρες αυτοαπομόνωσης μέσα σε αυτό που θεωρούσε σπίτι του, σε αναμονή της τελικής απόφασης...
Οι περαστικοί ένιωθε  ότι τον κοίταζαν επιφυλακτικά, σαν να ήξεραν ήδη ότι είναι άστεγος.
Όλα έκαιγαν γύρω του, θαρρείς και από τώρα η κόλαση του έστελνε μια πρόγευση.
Αυτήν την ώρα δεν ήθελε τίποτα άλλο παρά να βρει το κουράγιο να φτάσει "Ως την άκρη του δρόμου"....